Sunday 10 April 2011

Το μόνον πράμαν για το οποίον είμαι ευγνώμων στον Ελληνικόν εθνικισμόν

Άννοιξεν πάλαι την συζήτησην για τα κυπριακά ο Άσερας, τζιαι έδωκεν μου αφορμήν να ξισκαλίσω κάποιες σκέψεις που έσιει πολλύν τζιαιρόν που τες έχω. Είπα κάποια πράματα δαμαί πριν κάτι μήνες, αλλά έχω αλλό λλία να γράψω.

Άμαν ήρτεν το έθνος-κράτος, έπρεπεν η κυβέρνηση να συννενοάται με τους πολίτες του κράτους - ο κόσμος εν ήταν πκιόν υπήκοοι για να μπορεί να τους μιλά σε μιαν γλώσσαν που ο λαός μπορεί να μεν έξερεν, όπως εκάμναν οι μονάρχες. Έτσι, έναν βασικόν στοιχείον του κάθε εθνικισμού εν η ομογενοποίηση της γλώσσας. Επιάννασιν λοιπόν την τοπικήν λαλίαν ή διάλεχτον της πρωτεύουσας, τζιαι εβάλλασιν τζιαι κάποιους επίσημους γλωσσολόγους να παράγουν γνώσην τζαι να τραβήσουν τες γραμμές της εθνικά αποδεκτής γνώσης. Εβαφτίζαν μια συγκεκριμένην μορφήν της γλώσσας επίσημην ή εθνικά καθαρήν γλώσσαν, τζιαι αναγκάζαν ούλλους τους άλλους να την μάθουν.

Η εθνικά σωστή τζαι εθνοπρεπής ομιλία, χρήση, τζιαι γραφή της γλώσσας εσήμαινεν ότι τοπικές παραλλαγές εθεωρούνταν όι μόνον λανθασμένες, αλλά τζιαι αποτελέσμαν άγνοιας. Ό,τι ρέμπει πόξω που το εθνικόν καλούπιν εν λόγω των προσμίξεων που ήταν ξένες προς τον εθνικόν κορμόν. Όποιος εμίλαν τοπολαλιάν ήταν αγράμματος, άξεστος, τζιαι χωρκάτης εγκλωβισμένος στην καθυστερημένην παράδοσην (σε αντιδιαστολήν με τον εκσυγχρονισμόν του νεωτερισμού για τους σωστούς πολίτες του έθνους-κράτους).

Εσυζητήσαμεν πολλές φορές δαμαί τζαι αλλού το ίνταλως εγίνην τούτον σε σχέσην με την Ελλάδαν τζαι την Κύπρον. Το θέμαν εν πολύπλοκον τζαι εν θα το επαναλάβω. Θέλω όμως να στρέψω την προσοχήν μου σε έναν συγκεκριμένον θέμαν: η ύπαρξη μιας εθνικά καθαρής γλώσσαν που την Ελλάδας την οποίαν έπρεπεν να μιλούν (ή να νομίζουν ότι μιλούν) οι Ε/Κ εκατάστρεψεν σε μεγάλον βαθμόν την κυπριακήν διάλεχτον, τζαι πολλές εκφάσσεις της εχαθήκασιν για πάντα. Ας όψουνται οι Υπουργοί της Παιδείας που τον Σπυριδάκην ως την Κλαίρην τζαι τον Ουράνιον. Που την άλλην, έσιει έναν πράμαν πον εκαταφέρασιν ποττέ να κάμουν, τζιαι φαίνεσται μου εν θα το καταφέρουσιν ποττέ.

Επειδή τα κυπριακά εν ετύχασιν ποττέ ομογενοποίησης, επειδή εν εγίνασιν ποττέ εθνική γλώσσα, τζιαι επειδή τούντους κουρούπεττους εν τους έκοψεν ποττέ να κάτσουν να τη συστηματοποιήσουν (που να μεν το κάμουσιν ποττέ!), ό,τι έμεινεν που τα κυπριακά τζιαι καταγράφεται τωρά στα μπλογκς στα κινητά τζιαι στο e-mail εν διαδικασία που έρκεται που κάτω. Θέλω να πω, κανένας εν ήρτεν να μας επιβάλει μιαν "σωστήν" "γνώσην" των κυπριακών. Ο καθένας γράφει την γλώσσαν όπως την φαντάζεται μες τον νουν του. Τούτη τζι'αννέν φαντασία στην εξουσία!

Επειδή το ελληνικόν αλφάβητον έν ιμπορεί να αποδώσει κάποιους ήχους των κυπριακών, ο καθένας γράφει το σσιού, το τσιού, τζιαι το τζιού όπως το φαντάζεται μες τον νουν του ναν σωστόν, γιά όπως του φαίνεται του ίδιου γιά της ιδίας αισθητικά ωραίον. Έτσι άλλοι γράφουν chου τζιαι shου, ενώ άλλοι προτιμούν τα κατσουνούθκια· τζιαι όπως είπεν τζιαι ο Άσερας, το τζαι τζιαι το τζιαι εν θέμαν.

Με τον ίδιον τρόπον, υπάρχουν τζιαι οι τοπικές διαφοροποιήσεις: ο κοτσιηνοχωρκάτης εννα πει έχει, ενώ άλλοι λαλούν έσιει· μάχεται αντίς μάσιεται, κτλ. Όπως του φκει του καθενού, τζιαι απολαμβάννω τον κόσμον που γράφει όπως μιλά. Τούντο ντε φάκτο της γραφής, ομιλίας, τζιαι ανάγνωσης των Κυπριακών εγώ φτυχώ το πολλά. Όπως του αρέσκει του καθενού σιόρ! Έτσι τζι΄αλλιώς, όπως τζι΄άν το γράψει ο άλλος εγώ εννά το καταλάβω. Τζιαι ας φακκούσιν όσοι στο όνομαν του ορθολογισμού εκάμασιν την γλώσσαν λιλλίτσια. Που τζιαιμαί τζιαι τζει, ας προσπαθήσουμεν να καταλάβουμεν τζιαι να διασώσουμεν την γλώσσαν είτε που τα γραφτά του Άσερα, του Δμ3κ, ή τζιαι που την έρευναν του ΤΕΠΑΚ.

Υ.Γ. Τούτες οι σκέψεις ήταν λλίον-πολλά αποτέλεσμαν μιας επίσκεψης μου στην μόνιμην επιτροπήν τυποποίησης γεωγραφικών ονομάτων τζαι στην διάλεξην που μου έκαμεν ο τύπος τζιαχαμαί για την "σωστήν" ορθογραφίαν των γεωγραφικών ονομάτων, όπου το όνομαν που είχασιν οι ντόπιοι για γενιές τζιαι αιώνες ολόκληρους πρέπει να στρογγυλοποιηθεί για να ανταποκρίνεται στους εθνικούς κανόνες. Ο Foucault θα είσιεν πολλαπλούς οργασμούς ακούοντας την λεπτομερήν επεξήγησην της διαδικασίας παραγωγής κρατικής γνώσης μέσω μιας χειραγωγημένης επιστήμης.

6 comments:

  1. Για να εξηγούμαστιν, εγώ δεν θέλω να τυποποιεισω τίποτε για τους άλλους. Ο καθένας γράφει όπως θέλει. Τζιαι σιαίρουμαι το όσον το σιαίρεσαι τζιαι σύ το ότι έχει τόσες πολλές γραφές. Δεν ηβλάβτει κανέναν που ο Κυπριακόφωνος για παράδειγμαν υιοθέτησεν το γράμμαν ς κατ είκόναν του h που χρησιμοποιούν οι εγγλέζοι για να φκάλλει τςου τζιαι ψςιού. Εγώ εν για τα δικά μου γραφτά που ψάχνουμαι τζιαι γυρεύκω συνέπειαν, πραχτικότηταν τζιαι αισθητικήν.

    ReplyDelete
  2. Το πρόβλημαν μου εν με τούτους που έρκουνται που πάνω να επιβάλουν μιαν αντίληψην της γλώσσας που λλίην σχέσην έσιει με την ζωντανήν λαλιάν του κόσμου. Εγώ τη δουλειάν σου σέβουμαι την γιατί σκοπός της εν η διάσωση, όι η στρογγυλοποίηση για να χωρέσει έναν καλούπιν.

    ReplyDelete
  3. Αρεσεν μου πολλα το κειμενο σου :).


    Andreas

    ReplyDelete
  4. Νομίζω ότι έτσι τζι' αλλιώς μια γλώσσα - η ό,ποια - γλώσσα εν μπόρει να τυποποιηθεί: εν ζωντανός οργανισμός που τζιυλά, μεταλλάσεται τζιαι εξελίσσεται. Ακόμα τζιαι με η επιβεβλημένη "Αθηναϊκή" ελληνική εν εκατάφερεν να αφανίσει τοπολαλιές (τουλάχιστον όϊ ακόμα!) αφού για παράδειγμα στη βόρειαν Ελλάδα συνεχίζουν το "δε με λες!". Η επιρροή νομίζω ήταν σε σχέση με εθνικούς/ εθνοτικούς πληθυσμούς που είσιεν να κάμει, όπως για παράδειγμα με τους Αρβανίτες τζιαι τους Βλάχους (ή Αρομάνι όπως τους λαλούν σε άλλες χώρες των Βαλκανίων).

    Στην Κύπρο, παρά την εθνικήν παιδείαν των τόσων χρόνων, εκατάφερεν η επιβολή να μεν εξελιχθούν τα κυπριακά (τζιαι ελληνικά τζιαι τούρτζικα) σε γραπτό λόγο (mainstream γραπτό λόγο εννοώ). Τζιαι άμαν ήρτεν ο κατάλληλος τζιαιρός, τούτον τείνει ν'αλλάσσει: αρχικά μέσα που μπλογκς, ύστερα μέσα που δασκάλους που "ετολμήσαν" να μιλήσουν στην τάξη κυπριακά, τωρά δειλά δειλά λλίον τζιαι στην τηλεόραση τζιαι τέλος με την έρευνα του ΤΕΠΑΚ.

    Κάπου έχω καταχωνιασμένον έναν λεξικόν κυπριακών, να το έβρω τζιαι να σας στείλω την αναφοράν του γιατί νομίζω έννα σας (τζιαι σένα Αντώνη τζιαι τον Acera) ενδιαφέρει.

    ReplyDelete
  5. @Andreas
    Νάσαι καλά

    @Αντζιελοσσιασμένη
    Την δεκαετίαν του 20 είσιεν περιοχές της βόρειας Ελλάδας που τα ελληνικά εν ακούουνταν διότι οι ντόπιοι ήταν Σλαβομακεδόνες τζαι εμιλούσαν την γλώσσαν τους. Με την ανταλλαγήν των πληθυσμών με την Τουρκίαν, ήβρεν το ελληνικόν κράτος την ευκαιρίαν να πάρει ελληνόφωνες πληθυσμούς που την Ανατολίαν τζιαι την Μαύρην Θάλασσαν τζιαι να εξαπλώσει την ομιλίαν τζιαι χρήσην των ελληνικών. Με λλία λόγια, οι πρόσφυγες ήταν να μάθουσιν ελληνικά στους Σλαβομακεδόνες. Σε κάποια χωρκά όμως οι πρόσφυγες που επήαν εν εμιλούσαν ελληνικά - τα πλάσματα εμιλούσαν μόνον Τούρτζικα που τες περιοχές που αφήκαν πίσω τους. Οπότε για να συνεννοούνται με τους ντόπιους (τους οποίους υποτίθεται ήταν να μάθουν ελληνικά), εμάθαν τζιείνοι Σλαβομακεδονικά.

    ReplyDelete
  6. Συμφωνώ τζιαι επαυξάνω! Το αντίστοιχον που την άλλην πλευρά ήταν με τους Τουρκοκρητικούς. Σχετικόν με τούτα, εν το Birds without wings Louis de Berniѐres (εν τούτος που έγραψε Το μαντολίνο του Λοχαγού Κορέλλι). Αξίζει τον κόπο.

    ReplyDelete